Κατατέθηκε από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωνσταντίνο Χατζηδάκη στην Ολομέλεια ο Κρατικός Προϋπολογισμός του 2025.
Ο κ. Χατζηδάκης καταθέτοντας και σε ηλεκτρονική μορφή (στικάκι) τον Κρατικό Προϋπολογισμό ανέφερε ότι «σήμερα είναι μια ημέρα ιδιαίτερη σημαντική για εμάς, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών αλλά και πιστεύω και για τη Βουλή των Ελλήνων. Είναι ιδιαίτερη τιμή για τον αρμόδιο υφυπουργό Θάνο Πετραλιά και εμένα να καταθέτουμε στο Σώμα τον Κρατικό Προϋπολογισμό έτους 2025 και την εισηγητική του έκθεση».
Ο υπουργός μαζί με τον Προϋπολογισμό επίσης κατέθεσε την Έκθεση επί των Φορολογικών Δαπανών, τις Εκθέσεις των γενικών διευθυντών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Φορολογίας, Τελωνείων, Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, Δημόσιας Περιουσίας και Κοινωφελών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών),την ετήσια Έκθεση της Ελέγχου της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικού Ελέγχου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους καθώς και τις σχετικές Δηλώσεις του αρ. 58 του Ν. 44270/2014. Επίσης κατέθεσε την Ειδική Έκθεση Επιδόσεων του Προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2025, τον Απολογισμό και τον Ισολογισμό του Κρατικού Προϋπολογισμού του οικονομικού έτους 2023.
Ο πρόεδρος της Βουλής Κωνσταντίνος Τασούλας όρισε την συζήτηση σε τέσσερις συνεδριάσεις στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού 2025 στις 25, 26 και 27 Νοεμβρίου, ενώ η συζήτηση στην Ολομέλεια του Προϋπολογισμού θα ξεκινήσει την 11η Δεκεμβρίου και θα ολοκληρωθεί την Κυριακή 15 Δεκεμβρίου με την ψήφισή του.
Πρόβλεψη εσόδων 1,881 δισ.ευρώ από αποκρατικοποιήσεις
Στα 365 δισ. ευρώ ή 154% του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο τέλος του 2024 το δημόσιο χρέος, έναντι 369,099 δισ. ευρώ ή 163,9% του ΑΕΠ το 2023, παρουσιάζοντας μείωση κατά 9,9 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2023. Για το 2025, προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί, επίσης, στα 365 δισ. ευρώ του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 6,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ έναντι του 2024, γεγονός που άπτεται της διαφοράς ύψους του ΑΕΠ.
Η πρόωρη αποπληρωμή των ευρωπαϊκών δανείων του μηχανισμού GLF, τα οποία έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο, αναμένεται να συνεχιστεί τον Δεκέμβριο 2024 με την αποπληρωμή δανείων που λήγουν τα έτη 2026, 2027 και 2028, συνολικού ύψους 7,935 δισ. ευρώ. Έχουν προηγηθεί οι αποπληρωμές δανείων ύψους 5,29 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2023 και 2,645 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2022.
Μετά την αναβάθμιση του αξιόχρεου του Δημοσίου στην επενδυτική βαθμίδα (ΒΒΒ-) κατά τη διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου του 2023 από τους οίκους αξιολόγησης DBRS Morningstar, Standard & Poor’s, Fitch Ratings, R & I και Scope, καθώς επίσης και την αναβάθμιση από τη Moody’s στη βαθμίδα Ba1, ακολούθησε κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους η αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης Standard & Poor’s, Scope, DBRS Morningstar και Moody’s. Το γεγονός αυτό καθιστά πιθανή μία νέα αναβάθμιση του αξιόχρεου κατά τους προσεχείς μήνες.
Στις 30/9/2024 το σύνολο των δανείων που έχουν χορηγηθεί από τον Μηχανισμό Στήριξης διαμορφώθηκε σε 226.790,1 εκατ. ευρώ, τα οποία μετά την πλήρη εξόφληση του ΔΝΤ συνίστανται αποκλειστικά σε ευρωπαϊκά δάνεια των κρατών μελών της ευρωζώνης.
*Αποκρατικοποιήσεις*
Τα ταμειακά έσοδα αποκρατικοποιήσεων που αναμένεται να πραγματοποιηθούν μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, προβλέπονται στο ποσό των 1,881 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, το 2025 αναμένεται να είναι το έτος της πλήρους μετεξέλιξης της ΕΕΣΥΠ (Υπερταμείο) σε Sovereign Wealth Fund, με την ολοκλήρωση της απορρόφησης του ΤΑΙΠΕΔ και των περιουσιακών στοιχείων του ΤΧΣ καθώς και με την ενεργοποίηση του νέου Επενδυτικού Ταμείου, οι επενδύσεις του οποίου αναμένεται να αποτελέσουν καταλύτη προσέλκυσης περαιτέρω κεφαλαίων.
*Κύριες πηγές κινδύνου για τις δημοσιονομικές προβλέψεις*
Σύμφωνα με το ΥΠΕΘΟ, οι δημοσιονομικές προβλέψεις του προϋπολογισμού 2025 υπόκεινται σε κινδύνους και αβεβαιότητες. Υπό τις παρούσες συνθήκες, οι σημαντικότεροι κίνδυνοι σχετίζονται με τις τρέχουσες γεωπολιτικές εξελίξεις και συγκεκριμένα με την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία και των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή. Οι εν λόγω εξελίξεις μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη διεθνή οικονομική δραστηριότητα, ιδίως μέσω των τιμών της ενέργειας.
Πέραν της εξέλιξης του πολέμου, επιπρόσθετοι παράγοντες κινδύνου και αβεβαιότητας εντοπίζονται σε σχέση με την ταχύτητα επιστροφής του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ, καθώς και με τις επιπτώσεις αυτών των εξελίξεων στην πορεία της νομισματικής πολιτικής. Ταυτόχρονα, πηγή αβεβαιότητας αποτελούν η δημοσιονομική προσαρμογή που παρατηρείται σε μεγάλες οικονομίες της ΕΕ καθώς και η πιθανή επίταση των εμπορικών εντάσεων σε διεθνές επίπεδο.
Η ανάλυση ευαισθησίας αποσκοπεί στην εκτίμηση της πορείας των κύριων δημοσιονομικών μεταβλητών κάτω από διαφορετικές παραδοχές περί του ρυθμού μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας κατά το 2025. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της ανάλυσης έχει εκτιμηθεί η επίδραση στο εκτιμώμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα για το 2025 από μία μείωση του ρυθμού ονομαστικής μεγέθυνσης του ΑΕΠ κατά 0,5% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο του προϋπολογισμού. Η επίπτωση αυτή έχει εκτιμηθεί μέσω των ελαστικοτήτων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής εποπτείας και οι οποίες περιγράφονται στην έκδοση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Report on Public Finances in EMU 2018».
Η μείωση του ονομαστικού ρυθμού μεγέθυνσης κατά 0,5% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο συνεπάγεται ότι το ΑΕΠ του 2025 (σε τρέχουσες τιμές) θα διαμορφωθεί σε 246,3 δισ. ευρώ από 237 δισ. ευρώ το 2024 έναντι ονομαστικού ΑΕΠ ύψους 247,5 δισ. ευρώ το 2025, σύμφωνα με το βασικό σενάριο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης ευαισθησίας, μία τέτοια μεταβολή του επιπέδου του ονομαστικού ΑΕΠ θα οδηγούσε σε επιδείνωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος κατά 0,25% του ΑΕΠ σε σχέση με το σενάριο του προϋπολογισμού 2025.
Συγκεκριμένα, στην περίπτωση αυτή το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης κατά ESA θα διαμορφωνόταν σε -0,8% του ΑΕΠ έναντι -0,6% του ΑΕΠ, ενώ το πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα κατά ESA θα διαμορφωνόταν σε +2,2% του ΑΕΠ έναντι +2,4% του ΑΕΠ. Σε απόλυτους όρους ο μειωμένος κατά 0,5% ονομαστικός ρυθμός μεγέθυνσης θα οδηγούσε σε επιπλέον δημοσιονομική επιβάρυνση της τάξης του 0,61 δισ. ευρώ.
Πρόβλεψη για ισχυρή ανάπτυξη, «έκρηξη» επενδύσεων, άνοδος εξαγωγών, αποκλιμάκωση πληθωρισμού και περαιτέρω μείωση ανεργίας
Ο ρυθμός πραγματικής ανάπτυξης στην Ελλάδα προβλέπεται να ανέλθει σε 2,3% το 2025 από 2,2% το 2024 και 2,3% το 2023, ενισχυόμενος, ως προς την εγχώρια ζήτηση, από τη δυναμικότερη ώθηση των επενδύσεων, την περαιτέρω άνοδο της απασχόλησης και των εισοδημάτων και τη σταθερή μεγέθυνση της καταναλωτικής δαπάνης.
Η αναπτυξιακή δυναμική στην Ελλάδα προβλέπεται να διατηρηθεί σημαντικά υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, έχοντας ως μοχλούς τις επενδύσεις, την ιδιωτική κατανάλωση και την εξαγωγική δραστηριότητα. Το 2025 προβλέπεται να αποτελέσει για την Ελλάδα το τρίτο συνεχόμενο έτος, μετά την ανάκτηση των απωλειών ΑΕΠ της πανδημίας, που θα καταγράψει ρυθμό πραγματικής ανάπτυξης άνω του 2%, ο οποίος αντιστοιχεί σε μέσο ρυθμό τριετίας υπερδιπλάσιο από τον μέσο εκτιμώμενο ρυθμό για την Ευρωζώνη την ίδια περίοδο (σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φθινόπωρο 2024).
Το 2025 οι επενδύσεις αναμένεται να αναδειχθούν σε κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης αντικαθιστώντας την ιδιωτική κατανάλωση, η οποία είχε την πρωταρχική συμβολή τα προηγούμενα έτη, ως αποτέλεσμα της φιλοεπενδυτικής οικονομικής πολιτικής, της εντατικότερης αξιοποίησης των ευρωπαϊκών πόρων, των κεκτημένων από τις εθνικές διαρθρωτικές πολιτικές για το επιχειρηματικό περιβάλλον και των ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης, σε συνέχεια της χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και της εμπέδωσης του κλίματος εμπιστοσύνης από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για τη χώρα. Ο ρυθμός της αύξησης των επενδύσεων προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 8,4% το 2025, ενισχυμένος έναντι του 2024 (6,7%).
Το επενδυτικό κενό της Ελλάδας σε σχέση με τις χώρες της ευρωζώνης, το οποίο κορυφώθηκε το 2019, μετά τη διεύρυνσή του κατά την περίοδο της οικονομικής προσαρμογής, θα συνεχίσει να περιορίζεται το 2025, για έκτη συνεχή χρονιά. Μάλιστα, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία εθνικών λογαριασμών για το 2023 που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ τον Οκτώβριο 2024, το κλείσιμο του επενδυτικού κενού συντελείται με ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα σε σύγκριση με τα σχετικά στοιχεία του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2025, λόγω της δυναμικότερης αύξησης των πραγματικών επενδύσεων μετά το 2019, κυρίως κατά τα έτη 2022 και 2023. Ως αποτέλεσμα, ο στόχος του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού για τη μείωση του πραγματικού επενδυτικού κενού το 2025 έχει συντελεστεί ήδη από το 2023, σε 5,4 ποσοστιαίες μονάδες σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Το 2025 οι πραγματικές επενδύσεις στην Ελλάδα προβλέπεται να ανακάμψουν περαιτέρω, σε 17,5% του ΑΕΠ έναντι του 20,8% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη. Αυτό αντιστοιχεί σε σωρευτική βελτίωση άνω των δύο τρίτων (69,4%) του επενδυτικού κενού της Ελλάδας το 2025 έναντι του 2019, με το ύψος του επενδυτικού κενού για το έτος να διαμορφώνεται σε 3,3 ποσοστιαίες μονάδες, το χαμηλότερο ποσοστό από το 2010 έως σήμερα.
Το ποσοστό της ετήσιας πραγματικής ανάπτυξης του 2025, που δεν εξηγείται από τη δυναμική των επενδύσεων, εκτιμάται ότι θα προέλθει σε καθαρή βάση από την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (+1,6% σε ετήσια βάση), η οποία συντηρείται από τις θετικές τάσεις στην απασχόληση (+0,7%), στα ονομαστικά εισοδήματα από μισθωτή εργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (+3,4%) και στα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών, υπό τη μειούμενη επίδραση του πληθωρισμού.
Η ενίσχυση των εισοδημάτων (ονομαστικών και πραγματικών) χαρακτηρίζει τις κυβερνητικές παρεμβάσεις, οι οποίες ανακοινώθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης εφέτος, αφορούν στο 2025 και εκτείνονται μέχρι το 2027, με κύριο γνώμονα τη βελτίωση του επιπέδου ευημερίας για όλες τις κοινωνικές ομάδες. Στόχος, μεταξύ άλλων, είναι η αύξηση του μέσου εισοδήματος στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα, η ενίσχυση των συντάξεων, η αντιμετώπιση του στεγαστικού και του δημογραφικού προβλήματος, η στήριξη των ευπαθών ομάδων, ο περιορισμός των ανισοτήτων, η αναβάθμιση των υπηρεσιών της δημόσιας υγείας και της παιδείας καθώς και η προώθηση της επιχειρηματικότητας.
Το 2025 ο εναρμονισμένος πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει σημαντικά τον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ (+2,1%), καθώς οι υποκείμενες πιέσεις τιμών στα τρόφιμα και στην ενέργεια θα μετριάζονται περαιτέρω και ο πυρήνας πληθωρισμού θα εξομαλύνεται σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα, κοντά στο επίπεδο που προβλέπεται για τον γενικό δείκτη (+2,2%).
Σε όρους Έρευνας Εργατικού Δυναμικού, η ανεργία προβλέπεται να μειωθεί το 2025, για πρώτη φορά από το 2009, σε μονοψήφιο ποσοστό 9,7% του εργατικού δυναμικού και ακόμα χαμηλότερα σε εθνικολογιστικούς όρους, σε 8,2% του εργατικού δυναμικού, επωφελούμενη από την εύρωστη εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, τις παρεμβάσεις στις αμοιβές και τις ασφαλιστικές εισφορές και από συνέργειες του εθνικού και συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του ΑΠΔΕ και του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» για την απασχόληση.
Σε συμφωνία με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η εθνική πρόβλεψη για αύξηση το 2025 των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας κατά 3,4% και των αμοιβών ανά εργαζόμενο κατά 2,7%, με ρυθμό μεγαλύτερο του πληθωρισμού (2,1%), υποδηλώνει κέρδη για τον πραγματικό μέσο μισθό για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, η οποία συνδέεται και με την περαιτέρω αύξηση του κατώτατου και του μέσου μισθού (με κυβερνητικό στόχο τα 950 ευρώ και τα 1.500 ευρώ, αντίστοιχα, το 2027). Σημειώνεται ότι εάν ληφθεί υπόψη η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η αύξηση των καθαρών εισοδημάτων είναι ακόμα μεγαλύτερη, ενώ στις φθινοπωρινές της προβλέψεις η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεωρεί προς τα πάνω την πρόβλεψή της για την ετήσια ονομαστική αύξηση το 2025, σε 3,2% από 2,7%, για τις αμοιβές εξαρτημένης εργασίας ανά εργαζόμενο. Η παραγωγικότητα της εργασίας αναμένεται να αυξηθεί πιο δυναμικά το 2025 (+1,5% σε ετήσια βάση από +1% το 2024), αντλώντας οφέλη από τον μετασχηματισμό της οικονομίας, υπό το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και από τις κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις, διαφυλάττοντας την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
ΝΧ
Συντακτική ομάδα Ναυτικών Χρονικών
Στην τεχνολογική καινοτομία εστιάζει η ιαπωνική ναυτιλιακή βιομηχανία, με τις εταιρείες Mitsui O.S.K. Lines (MOL) και Kansai Electric Power Company (KEPCO) να υπογράφουν μνημόνιο…
Η απόφαση της ρωσικής Gazprom να διακόψει τις αποστολές φυσικού αερίου στην αυστριακή εταιρεία OMV έχει προκαλέσει την εκ νέου στροφή της Γηραιάς Ηπείρου…
Με στόχο την ενίσχυση των δραστηριοτήτων τους στον Καναδά και την εδραίωσή τους στον τομέα των ηλεκτρικών οχημάτων της Βόρειας Αμερικής, μέσω της παραγωγής…
Το Ιράν καταδίκασε τις κυρώσεις που επέβαλε η ΕΕ στην κρατική ναυτιλιακή εταιρεία και σε άλλα νομικά πρόσωπα, σημειώνοντας πως βασίζονται σε «ψεύτικους ισχυρισμούς»…
Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει για την παγκόσμια οικονομία το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), καθώς η διαφαινόμενη επιβολή δασμών στις ασιατικές εξαγωγές πιθανότατα θα…
Η όρεξη της MSC για παραγγελίες πλοίων φέρεται να παραμένει ανικανοποίητη, παρότι ο στόλος της αυξάνεται με δυναμικούς ρυθμούς, ξεπερνώντας τα 6,2 εκατ. TEUs.…
Η καταστροφή δύο υποθαλάσσιων καλωδίων στη Βαλτική Θάλασσα θα πρέπει να θεωρηθεί σαμποτάζ, δήλωσε την Τρίτη 19 Νοεμβρίου το Βερολίνο, ενώ οι ένοπλες δυνάμεις…
Πέραν της χαμηλότερης ζήτησης πετρελαίου εντός του έτους, τα δεξαμενόπλοια φέρονται να έχουν επηρεαστεί και από τη στρατηγική που υιοθετούν οι κινεζικοί εισαγωγείς. Ειδικότερα,…
Ναυτικά Χρονικά | Gratia Publications
Λεωφόρος Συγγρού 132, ΤΚ 11745, Αθήνα
Τ: +30 2109222501
E: info@gratia.gr
Ιδιοκτησία: Gratia Εκδοτική ΙΚΕ